Η τοποθέτηση του Γ. Παπαγεωργόπουλου στο βιβλίο για τον Κοντούλη

Χθες βράδυ παρουσιάστηκε και στα Τρίκαλα «Η κραυγή της σιωπής» του Σπύρου Τζόκα. Ανάμεσα στους παρουσιαστές και ο Γιώργος Παπαγεωργόπουλος ο οποίος αναφέρθηκε στο βιβλίο, στους ανθρώπος του αθλητισμού που χάθηκαν στον πόλεμο και την αντίσταση κάνοντας ειδική αναφορά και στους Τρικαλινούς πεσόντες αλλά και στο διαχρονικό μήνυμα της ΑΕΚ.

Αναλυτικά η τοποθέτηση του:

Είναι από τα βιβλία που πιάνεις στα χέρια και τα διαβάζεις με μία ανάσα. Ο μάστορας στο γράψιμο και στην αφήγηση Σπύρος Τζόκας, ας μου επιτραπεί ο ενδεχομένως αδόκιμος όρος μάστορας, δεν αφηγείται μόνο την τραγική ιστορία της οικογένειας Κοντούλη. Αφηγείται με μοναδικό τρόπο το δράμα των Μικρασιατών, τον βίαιο τρόπο με τον οποίο ξεριζώθηκαν από τα σπίτια τους, τη περιπετειώδη έλευση στην μητέρα πατρίδα η οποία η αλήθεια είναι δεν τους καλοδέχτηκε.

Πολλοί από εμάς έχουμε την εντύπωση ότι η Ελλάδα άνοιξε την αγκαλιά της και βοήθησε τους ταλαιπωρημένους συμπατριώτες μας να ξεκινήσουν ξανά την ζωή τους, να σταθούν ξανά στα πόδια τους. Δεν ήταν έτσι. «Αφγανιστούπολις» ήταν ο τίτλος της εφημερίδας Βραδυνή το 1923 λέγοντας πως έτσι την έχουν μετατρέψει την Αθήνα οι πρόσφυγες. Το διάβαζε και το ξαναδιάβαζε το άρθρο ο πατέρας του Σπύρου Κοντούλη, ο κυρ Μιχάλης,  στην γυναίκα του την Όλγα και την ρωτούσε με παράπονο: «Είναι αυτοί Έλληνες, είναι πατριώτες, είναι τελικά άνθρωποι;».

Με ματιά κριτική ο Σπύρος Τζόκας καταγράφει την σταδιακή και δύσκολη με πολλούς τριγμούς αλλά και ρατσιστικές σε βάρος τους συμπεριφορές, ενσωμάτωση των ανθρώπων αυτών στην Ελλάδα, με γλαφυρή γλώσσα μας μεταφέρει νοερά στην εποχή, περιγράφει την καθημερινότητα τους, τα ήθη και τα έθιμα που έφεραν από τα μέρη τους αλλά κυρίως στέκεται στον αδιάκοπο και τίμιο αγώνα αυτών των ανθρώπων να προκόψουν και τα παιδιά τους να έχουν ένα καλύτερο μέλλον.

Ο Σπύρος Κοντούλης, ο ήρωας μας, ήταν ένα παιδί μιας τέτοιας νοικοκυρεμένης και προκομένης οικογένειας. Όταν άρχισε να ξεχωρίζει το ταλέντο του με την Άμυνα Κοκκινιάς, την ομάδα της γειτονιάς του ήταν βέβαιο ότι οι μεγάλες ομάδες της εποχής θα τον πολιορκούσαν. Ήταν το μήλο της έριδος ανάμεσα στην ΑΕΚ και τον Ολυμπιακό. Την απόφαση την είχε πάρει. Θα πήγαινε στην ομάδα της καρδιάς του, την ομάδα του μέντορα του, του κυρ Μήτσου, την ομάδα που δημιουργήθηκε από Μικρασιάτες προκειμένου να κρατήσουν ζωντανή την μνήμη των χαμένων πατρίδων: «Θα φτιάξουμε μια ομάδα που θα παίζει και θα διαδίδει την ιστορία μας» ειπαν με μία φωνή το 1924 οι άνθρωποι που δημιούργησαν την ΑΕΚ. Ακόμη και σήμερα, 100 χρόνια μετά, αυτή την ιστορία διαδίδει η ΑΕΚ. Αυτή την ιστορία διαδίδει το νέο της γήπεδο. Αυτή την ιστορία είδαμε στα εγκαίνια…

Ο Σπύρος Κοντούλης διέπρεψε με τα χρώματα της ΑΕΚ. Κλήθηκε στην Εθνική με την οποία και έκανε τρεις εμφανίσεις στα τρία τελευταία επίσημα παιχνίδια της ομάδας πριν το 1940.

Με την βοήθεια του συλλόγου του και λόγω της αποφοίτησης από μία εμπορική σχολή έπιασε καλή δουλειά, στην Εταιρεία Υδάτων.

Το μέλλον του προμηνυόταν λαμπρό. Και ασφαλές, γιατί είχε τις πλάτες ισχυρών ανθρώπων και παραγόντων της εποχής, που είχαν τον τρόπο τους, είχαν τις γνωριμίες τους.

Όταν ξέσπασε ο πόλεμος τον βρήκε στην πρώτη γραμμή στην Αλβανία. Σκληρός μαχητής τραυματίστηκε από βλήμα όλμου και επέστρεψε στην Αθήνα προκειμένου να νοσηλευτεί στο στρατιωτικό νοσοκομείο. Ίσως δεν είχε μάθει ότι στο ύψωμα 1878  έπεσε νεκρός ο Γιώργος Βατίκης του ΠΑΟΚ με τον οποίο είχε βγάλει αναμνηστική φωτογραφία στο τελευταίο τελικό του κυπελλου Ελλάδος πριν τον πόλεμο.

Ο Σπύρος ανάρρωσε και ήταν ιδιαίτερα ανήσυχος και δραστήριος κατά την διάρκεια της Γερμανικής κατοχής. Όχι μόνο αυτός, αλλά και η σύντροφος του η Σοσσώ, φοιτήτρια της Νομικής και τα δύο αδέλφια του.

Δεν έμεινε στην βόλεψη του, στις παροτρύνσεις των ανθρώπων της ομάδας. Οργανώθηκε στην Ένωση Ελλήνων Αθλητών που δημιουργήθηκε από τον ΕΑΜ με  στόχο τη βοήθεια των φυλακισμένων και των φυματικών αθλητών, που γέμιζαν τότε τα δωμάτια του νοσοκομείου «Σωτηρία». Χάρη στο συγκεκριμένο σωματείο διοργανώνονταν αρκετοί φιλικοί ποδοσφαιρικοί αγώνες για φιλανθρωπικούς σκοπούς. Αξιέπαινη ήταν και η πρωτοβουλία του Πανιωνίου όπου έδωσε φιλικό παιχνίδι και τα έσοδα πήγαν για την επισκευή του αντιτορπιλικού «Έλλη».

Την άνοιξη του 1942 ο Παναθηναϊκός προγραμματίζει να αντιμετωπίσει την ΑΕΚ σε φιλικό παιχνίδι στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας (είχε επιταχθεί από τους Γερμανούς) η οποία έχει γεμίσει από 15.500 θεατές. Οι παίκτες των δύο ομάδων, ανάμεσα τους και ο Σπύρος Κοντούλης,  είχαν κανονίσει μεγάλο μέρος από τα έσοδα να πάνε στο νοσοκομείο της Σωτηρίας. Ωστόσο κάπου εκεί επενέβησαν οι κατακτητές Γερμανοί που όρισαν έναν Αυστριακό διαιτητή ο οποίος ήταν αξιωματικός των δυνάμεων κατοχής. Επιπλέον, δεν επιτράπηκε στους Έλληνες να πάρουν μέρος από τα έσοδα. Η συγκεκριμένη εξέλιξη δεν άρεσε τόσο στον αρχηγό του Παναθηναϊκού, τον Κρητικό, όσο και του «δικέφαλου», Κλεάνθη Μαρόπουλου. Έτσι, αποφάσισαν να μην αγωνιστούν.

Χαρακτηριστικές είναι οι μαρτυρίες του Μαρόπουλου όπου θυμάται: «Βγήκαμε στον αγωνιστικό χώρο και οι δύο ομάδες μαζί, χαιρετίσαμε τους φιλάθλους, κι αντί ν’ αρχίσουμε τον αγώνα, ανεβήκαμε στις εξέδρες κι αρχίσαμε να εξηγούμε στον κόσμο τι ακριβώς είχε γίνει. Ο κόσμος δέχτηκε τις εξηγήσεις μας. Αυτό που επακολούθησε δεν μπορούσαμε να το φανταστούμε. Αγανακτισμένοι οι φίλαθλοι όρμησαν στον αγωνιστικό χώρο και κυριολεκτικά δεν άφησαν τίποτε όρθιο. Οι ξύλινες εξέδρες ξηλώθηκαν, τα δοκάρια ξεριζώθηκαν, συνθήματα υπέρ των ποδοσφαιριστών ακούστηκαν. Τα επεισόδια πήραν έκταση και γρήγορα σχηματίστηκε αντιφασιστική διαδήλωση που έφτασε μέχρι την Ομόνοια. Οι φίλαθλοι- διαδηλωτές διαλύθηκαν μόνο με την εμφάνιση των γερμανικών δυνάμεων κατοχής».

Ήταν η πρώτη οργανωμένη αντίδραση κατά των κατακτητών.

Η μοίρα του Σπύρου ήταν προδιαγεγραμμένη. Συμμετέχοντας ενεργά στην αντίσταση και στις δράσεις της Ενωσης Ελλήνων Αθλητών είχε μπει στο μάτι των Γερμανών. Με την βοήθεια των χαφιέδων των κατακτητών συνελήφθη μαζί με τον αδελφό του τον Βασίλη και γαζώθηκε από τις σφαίρες των Γερμανών όταν πήδηξε από το καμιόνι ενώ ήταν καθ’ οδόν για το σκοπευτήριο της Καισαριανής οπου και θα εκτελούνταν.

Η ιστορία του Σπύρου Κοντούλη μας δείχνει ότι διαχρονικά οι άνθρωποι του αθλητισμού δεν κλωτσούν απλά μια μπάλα, δεν τρέχουν απλά γρήγορα, δεν σηκώνουν μόνο βάρη. Έχουν συνείδηση, έχουν πατριωτισμό, έχουν κότσια και με την αναγωρισιμότητα τους και την έντονη προσωπικότητα τους δίνουν πρώτοι το παράδειγμα.

Οι αθλητές δεν ήταν απλά μέλη των ελληνικών στρατιωτικών δυνάμεων συμμετείχαν ενεργά στην αντίσταση ενώ μερικοί από αυτούς είχαν φτιάξει τις δικές τους αντιστασιακές ομάδες όπως αυτή του αθλητή του Ηρακλή Θεσσαλονίκης, Γιώργου Ιβανόφ (από αυτόν πήρε το όνομα του το γήπεδο μπάσκετ των «κυανόλευκων»). Σε αυτή συμμετείχε και ο Μιχάλης Παπάζογλου του Παναθηναϊκού

Η ΑΕΚ έχασε τον Κοντούλη, η οικογένεια του ΠΑΟΚ έχασε τον Νίκο Σωτηριάδη ο οποίος σκοτώθηκε στην Κλεισούρα τον Γενάρη του 1941, αλλά και τον αριστερό οπισθοφύλακα Γιώργο Βατίκη όπως είπα πριν. Τις δικές του απώλειες είχε και ο Ολυμπιακός Βόλου με τους «ερυθρόλευκους» να θρηνούν τρία παλικάρια τους, τον Κυριάκο Μαυραντζούλη στην μάχη της Κλεισούρας και τους Νίκο Μαλαβέτα και Φάνη Σωτηρίου, που βρήκαν το θάνατο στη διάρκεια της κατοχής.

Ο Αχιλλέας Γραμματικόπουλος, τερματοφύλακας του Ολυμπιακού πολεμούσε δίπλα στον Μίμη Πιερράκο, του Παναθηναϊκού, έναν από τους καλύτερους επιθετικούς της εποχής και πρώτο σκόρερ του πρωταθλήματος στα 1936, με 18 γκολ σε 10 ματς, ο οποίος χάθηκε στα τέλη Νοεμβρίου του 1940 στη μάχη του Πόγραδετς.

Το 1948 εκτελέστηκε ο Νίκος Γόδας του Ολυμπιακού.

Πολλοί και οι τραυματίες αθλητές. Ο τερματοφύλακας του Εθνικού Πειραιώς Μακράκης, τραυματίσθηκε σοβαρά χάνοντας και τα δύο του χέρια, και είχε πεί με υπερηφάνεια: «Μπορεί να μην ξαναπιάσω την μπάλα με τα χέρια αλλά είμαι υπερήφανος για τη θυσία μου στην πατρίδα».

Ο ΓΣ Τρικάλων είναι το πρώτο σωματείο που χάνει αθλητή στον πόλεμο την 1η Νοεμβρίου του 1940. Τον Λευτέρη Ντάσκα. Το 1944 ένας άλλος μεγάλος αθλητής του ΓΣ Τρικάλων, ο δεκαθλητής Κώστας Ευθυμίου έπεσε πολεμώντας ως αντάρτης τους Γερμανούς. Την ίδια περίοδο χάνεται και ο αντιστασιακός αθλητής Κίμων Τσαπάλας και λίγο αργότερα δύο ταλαντούχοι ποδοσφαιριστές, τα αδέλφια Στέφανος και Μιχάλης Μπακλάκος.

Ο αείμνηστος Βασίλης Πηλίγκος σημειώνει στο βιβλίο του, την Αθλητική Ιστορία των Τρικάλων: «Σήμερα οι αθλητές αυτοί, που έφυγαν παράκαιρα από την ζωή μας, γίνονται θύμηση βαθιά που μας πονάει. Οι σημερινοί αθλητές και αθλητικοί παράγοντες ας λογαριάσουν το χρέος τους και ας σμιλέψουν ανθρώπους με τέλεια κορμιά και με υψηλά ιδανικά, που ανάμεσα τους θα κυριαρχεί η ιδέα, το ιδανικό της ειρήνης. Αυτή θα είναι η μεγάλη νίκη του αθλητισμού».

Ο Σπύρος Τζόκας αναφέρεται στο βιβλίο του και στην κλασσική ρήση του Καμί: ««Όσα γνωρίζω περί ηθικής τα οφείλω, ειλικρινά, στο ποδόσφαιρο. Τα πιο σημαντικά τα έμαθα στα γήπεδα και στις θεατρικές σκηνές, που υπήρξαν για μένα τα πραγματικά πανεπιστήμια».

Ίσως αυτό να είχε στο μυαλό του ο Πολ Μπράιτνερ όταν δεν δέχτηκε να συμμετάσχει στο Μουντιάλ του δικτάτορα Βιντέλα το 1978 στην Αργεντινή, όταν η ΑΕΚ (να’ την πάλι) ταξίδεψε εν μέσω πολέμου στην Σερβία για να παίξει με την Παρτιζάν, όταν πολλοί επώνυμοι από τον χώρο του ποδοσφαίρου, ανάμεσα τους και ο Έρικ Καντονά στηλίτευαν τις μεθόδους και τις πρακτικες του Κατάρ με τους χιλιάδες νεκρούς εργάτες στα έργα για το Μουντιάλ.

Ευχαριστούμε τον Σπύρο Τζόκα που ανέδειξε την τραγική και ηρωϊκή ζωή του Σπύρου Κοντούλη ο οποίος έπαιξε με τα χρώματα της ΑΕΚ για να μεταδώσει την ιστορία της χαμένης πατρίδας του αλλά έγραψε και την δική του ιστορία για χάρη της μητέρας πατρίδας του…