Τα αντιβηχικά φάρμακα πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνο στις περιπτώσεις που υπάρχει χρόνιος μη παραγωγικός βήχας. Εξάλλου, υπάρχουν ειδικές καραμέλες για το λαιμό, οι οποίες μπορούν να βοηθήσουν στο μαλάκωμα του πόνου και την εξασθένηση του συμπτώματος.
Ο βήχας αποτελεί σύμπτωμα. Επομένως, η καταστολή του με κάποιο αντιβηχικό δεν πρέπει να καλύπτει την προσπάθεια αντιμετώπισης της αιτίας, η οποία τον προκαλεί. Από τη στιγμή που είναι πάντοτε παθολογικός, πρέπει να εξετάζουμε τα αίτια που τον προκαλούν. Υπάρχουν δύο βασικά είδη βήχα, ο παραγωγικός, ο οποίος χαρακτηρίζεται από την παραγωγή φλέγματος, και ο ξηρός, ο οποίος χαρακτηρίζεται από απουσία φλέγματος.
Αν ο βήχας είναι οξύς, αλλά δεν συνοδεύεται από πυρετό, όμως συνυπάρχουν καταρροή και πονόλαιμος, πρόκειται για το λεγόμενο κοινό κρυολόγημα. Οξύς χαρακτηρίζεται ο βήχας που ξεκίνησε τις προηγούμενες 3-4 ημέρες, διαφορετικά έχουμε να κάνουμε με χρόνιο. Εάν είναι οξύς και συνοδεύεται από πυρετό, πιθανώς πρόκειται για οξεία βρογχίτιδα, φαρυγγίτιδα ή λαρυγγίτιδα. Όταν υπάρχει χρόνιος παραγωγικός βήχας και συνοδεύεται από πρασινοκίτρινα φλέγματα, πιθανόν να υπάρχει χρόνια βρογχίτιδα.
Το συγκεκριμένο πρόβλημα είναι πολύ συνηθισμένο σε καπνιστές. Αν είναι χρόνιος, παραγωγικός, αλλά δεν υπάρχουν πρασινοκίτρινα φλέγματα, μπορεί να είναι είτε αλλεργικής φύσης, είτε να προκαλείται από κάποια σοβαρή ανωμαλία στους πνεύμονες, οπότε είναι απαραίτητη η επίσκεψη στο γιατρό. Ο βήχας είναι ένα φυσιολογικό αντανακλαστικό, που βοηθά στη διατήρηση της διαπερατότητας των αναπνευστικών οδών και διευκολύνει την απαλλαγή τους από τις εκκρίσεις ή τα ξένα σώματα.